top of page

Andre Kertész: The Polaroids


«Οτιδήποτε σας περιβάλλει μπορεί να σας προσφέρει την αφορμή για να φωτογραφίσετε. Ένα καλοκαίρι μου χάρισαν μια μικρή μηχανή Polaroid, αλλά δεν μου άρεσε – ήταν για στιγμιότυπα. Αλλά μια μέρα την έβγαλα από το συρτάρι και άρχισα να φωτογραφίζω. Πρέπει να μάθετε τα όρια του μέσου που χρησιμοποιείται και, στη συνέχεια, να μάθετε να εργάζεστε στα άκρα αυτών των ορίων. Είχα ανακαλύψει, στη βιτρίνα ενός καταστήματος, μια μικρή γυάλινη προτομή, και συγκινήθηκα πολύ γιατί μοιάζει με τη γυναίκα μου – ο ώμος και ο λαιμός ήταν η Elizabeth. Τη πήρα σπίτι, την έβαλα στο παράθυρό μου και άρχισα να φωτογραφίζω με τη Polaroid — το πρωί, το απόγευμα, με διαφορετικά φώτα. Δούλευα πρωινά και αργά το απόγευμα. Με το πρωινό φως ο ουρανός είναι πιο καλός, αλλά και αργά το απόγευμα έχει ενδιαφέρον καθώς χρωματίζονται τα σύννεφα. Ξύπναγα το πρωί και άρχιζα να τραβάω, να τραβάω, να τραβάω, δεν σταματούσα ούτε για φαγητό. Το ίδιο και το απόγευμα … Ξεχνούσα να πάρω τα φάρμακά μου. Ξαφνικά, έχανα τον εαυτό μου, ξεχνούσα την πείνα, ξεχνούσα τον πόνο, και ναι, ξεχνούσα τη θλίψη».


-Andre Kertész


Αρκετό καιρό τώρα σκεφτόμουν να αρχίσω να γράφω σε ένα blog σκέψεις γύρω απο τη φωτογραφία, κύριως υπό την έννοια ενός ημερολογίου για πράγματα που με ενδιαφέρουν και για τα οποία θα ήθελα να κρατήσω σημειώσεις. Στη συνέχεια σκέφτηκα οτι δεν θα ήταν άσχημο να τα μοιράζομαι με κάποιους ανθρώπους που ίσως τους ενδιαφέρουν. Ξεκινώ λοιπόν με τις Polaroid του αγαπημένου μου Andre Kertész.




Tον Μάρτιο του 1976 ο Andre, που ήταν πια ογδόντα δύο ετών, νοσηλεύτηκε με θρόμβωση του αίματος που απείλησε τη ζωή. Μπαινόβγαινε στο νοσοκομείο, αλλά αυτό δεν ήταν το χειρότερο. Το ίδιο διάστημα η Elizabeth διαγνώστηκε με καρκίνο του πνεύμονα και απεβίωσε μετά από δεκαοκτώ μήνες ταλαιπωρίας. Ο Kertész κατέρρευσε. Δεν περίμενε πως η κατά οκτώ χρόνια νεότερη σύντροφός του θα πέθαινε πρώτη. Ήταν αδύναμος, υπέφερε από ζαλάδες και έχανε τον προσανατολισμό του. Όμως και πάλι βρήκε παρηγοριά στη φωτογραφία. Καθώς δυσκολευόταν πια να κυκλοφορεί στους δρόμους και του ήταν αδύνατον να επεξεργάζεται μόνος του τα αρνητικά, άρχιζε να φωτογραφίζει στο σπίτι του με μια Polaroid SX-70 και να βλέπει αμέσως τη φωτογραφία να εμφανίζεται. Η μηχανή ήταν ένα δώρο, από τον μουσικό Graham Nash του φημισμένου συγκροτήματος Crosby, Stills, Nash & Young.


Ο πάντα εφευρετικός Kertész άλλαξε την φωτογραφική πορεία του και αγκάλιασε τη σχετικά νέα τεχνολογία της στιγμιαίας φωτογραφίας, επειδή του επέτρεψε να εργαστεί γρήγορα και αυτόνομα, επικουρούμενος και του προγράμματος καλλιτεχνικής υποστήριξης της Polaroid, το οποίο παρείχε δωρεάν μηχανές και φιλμ σε καθιερωμένους φωτογράφους. Η αμεσότητα και η οικειότητα της διαδικασίας έδωσαν στον Andre την ευκαιρία να εξερευνήσει μια ακατέργαστη αίσθηση στην οποία διαφορετικά δεν θα είχε εμπλακεί. Επιπλέον, η εμπειρία της παρακολούθησης ενός φιλμ Polaroid να εμφανίζεται άμεσα ήταν μαγική για τον Kertész, ο οποίος είχε στερηθεί την χαρά του να βλέπει τις εκτυπώσεις του να εμφανίζονται μπροστά στα μάτια του για σχεδόν σαράντα χρόνια. Υποφέροντας από ιλίγγους, που άρχισαν το 1939, δεν μπορούσε να εργαστεί στο σκοτεινό θάλαμο και εμπιστευόταν τις εκτυπώσεις του στον μόνιμο συνεργάτη του Igor Bakht. Ο Andre με τη Polaroid επανέλαβε πολλά από τα θέματα και τις ιδέες που τον απασχολούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Ξανάκανε το Αυτοπορτραίτο του, που είχε κάνει στο Παρίσι το 1927 για πρώτη φορά. Στη νέα λήψη του 1979, εμφανίζεται το προφίλ ενός πολύ μεγαλύτερου άντρα – μια σκιά του πρώην εαυτού του. Έδωσε επίσης μια νέα ερμηνεία στη φωτογραφία του γάμου του από το 1933. Στη δεκαετία του 1960 είχε κροπάρει την αρχική φωτογραφία προκειμένου να συμπεριλάβει μόνο το ήμισυ του προσώπου της Elizabeth μαζί με το χέρι του στον ώμο της. Το 1981 επέστρεψε σε αυτήν την φωτογραφία για τελευταία φορά, βάζοντας ένα ακάνθινο στεφάνι πάνω από το χέρι του. Έβγαλε ακόμη και τον παραμορφωτικό καθρέφτη από το βάθος της αποθήκης του και φωτογράφησε τον εαυτό του, αλλά και τις τολμηρότερες από τις γυναίκες που τον επισκέπτονταν και αναρωτιόντουσαν πως θα φαίνονταν αν ο Kertész τράβαγε το γυμνό είδωλό τους μέσα από τον καθρέφτη.


Μια μέρα, καθώς έκανε τη βόλτα του, το μάτι έπεσε σε μια μικρή γυάλινη προτομή στη βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου. Κουβαλώντας συνεχώς την απώλεια της Elizabeth στο μυαλό του, αγόρασε αυτό το γυάλινο μπιμπελό γιατί βρήκε ότι της έμοιαζε. Άρχισε να φωτογραφίζει τη μικρή προτομή, τοποθετώντας τη πότε στο παράθυρο του διαμερίσματος, πότε εδώ και εκεί ανάμεσα σε έργα τέχνης και απλά αναμνηστικά αντικείμενα που είχε συλλέξει αυτός και η σύζυγός του όλα αυτά τα χρόνια. Η σχέση τους ήταν τόσο βαθιά που ακόμη και με το θάνατο της ήταν σε θέση να παρακινήσει τον Andre να δημιουργήσει μια ακόμα συλλογή φωτογραφιών. Ο Kertész συνέχισε εισάγοντας κι άλλα αντικείμενα στις συνθέσεις του. Χρησιμοποίησε γυάλινες καρδιές, ημιδιαφανείς σφαίρες – κυρίως δώρα από τους πολλούς επισκέπτες και θαυμαστές του, για να προσθέσει νέες, παραμορφωμένες εικόνες στο έργο του. Τα επίπονα χρόνια του στο House & Carden, όπου τελειοποίησε τη φωτογράφιση εσωτερικών χώρων, δωματίων και επίπλων, τελικά απέδωσε. Η οργάνωση μιας ακίνητης ζωής είχε εξελιχθεί σε έμφυτη ικανότητα. Ο Andre τοποθετούσε προσεκτικά τα γυάλινα αντικείμενα του στο περβάζι του. Στη συνέχεια περίμενε ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή ο ήλιος θα του επέτρεπε να συλλάβει τις φευγαλέες εικόνες, που είχε στο νου του. Μέσα απ’ όλα αυτά τα απλά αντικείμενα επανεκτίμησε ολόκληρη τη ζωή του. Τα αναμνηστικά μπιμπελό μετατράπηκαν σε σύμβολα χαράς, πικρίας, απογοήτευσης και απώλειας. Είχε και πάλι παραχωρήσει στην Elizabeth το πλήρες φάσμα των συναισθημάτων του. Στη μνήμη της ήταν αφιερωμένο το κύκνειο άσμα του.


πηγή κειμένου: https://christos-kopsahilis.gr/

34 Προβολές0 Σχόλια
bottom of page